Ο πρώην μοσχοβίτης Σεργκέι σηκώνεται στις επτά το πρωί. Μετά πηγαίνει στην εκκλησία, την ανοίγει και περιμένει όσο οι άνθρωποι προσέρχονται για προσευχή. Είναι ο μοναδικός ναός του νησιού. Αν δεν υπήρχε ο Σεργκέι, θα ήταν κλειστός και άδειος. Ήταν αυτός που έφτιαξε τον φράχτη γύρω του, βρήκε τις καμπάνες, και συνέδραμε στην ανέγερση του καμπαναριού. Φαίνεται τριάντα πέντε χρονών. Έχει μερικά πτυχία, ένα απ' αυτά είναι της Σορβόνης. Μιλά άπταιστα αγγλικά και γαλλικά. Καταλαβαίνει και ελληνικά. Κάποτε ήταν υπεύθυνος πρόσληψης προσωπικού. “Και μετά βαρέθηκα”, λέει ο ίδιος μέσα σ' ένα μικρό δωματιάκι του σπιτιού του, οι τοίχοι του οποίου είναι γεμάτοι εικόνες, και πίνει γάλα από μια κούπα. “Πήγα να σπουδάσω στο Παρίσι, ταξίδεψα πολύ. Κυρίως ήθελα να δω ρωσικά μοναστήρια. Πιθανόν, μόνο όταν βρεθείς στο εξωτερικό, αρχίζεις να ενδιαφέρεσαι σοβαρά για την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας σου”.
Αλλαξε στο Αγιον Ορος
Όταν στο Πανεπιστήμιο είχαν διακοπές, ο Σεργκέι φόραγε το σακίδιο του, έβγαινε στον δρόμο και έκανε ωτοστόπ. “Πού πας;” τον ρωτούσαν οι οδηγοί. Έλεγε την αλήθεια: “Στο Άγιον Όρος”.  Ξεκινούσε το ταξίδι έχοντας πενήντα φράγκα στην τσέπη του, και το ολοκλήρωνε με χίλια. Οι οδηγοί που τον έπαιρναν συνοδηγό, του έδιναν όχι μόνο φαγητό, φάρμακα, αλλά και χρήματα. “Πώς να εξηγήσω τι έκανα στον Άθω;” χαμογελά ο Σεργκέι. “Ο Άθως είναι ένα μέρος όπου δεν πρέπει να μιλάς για πολλά πράγματα”. Οκτώ ώρες προσευχή, οκτώ ώρες εργασία, οκτώ ώρες ανάπαυση. Αυτή είναι η καθημερινότητα του Αγίου Όρους.

Ο Σεργκέι έχει μερικά πτυχία, ένα απ' αυτά είναι της Σορβόνης. Κάποτε ήταν υπεύθυνος πρόσληψης προσωπικού. “Και μετά βαρέθηκα”, λέει ο ίδιος. Πηγή: Cornelius Langenbruch
Σταδιακά τα ενδιαφέροντα του Σεργκέι άρχισαν να αλλάζουν. Δεν ξόδευε άσκοπα τα χρήματα, δεν έχανε χρόνο στο καζίνο, έκοψε επαφές με πολλούς φίλους. “Μου φαίνεται ότι τότε άλλαξε η αναπνοή μου”, λέει. Ένας αγιορείτης μοναχός του πρότεινε να μείνει στον Άθω. Για πάντα. Ο Σεργκέι όμως αρνήθηκε, λέει πως δεν ήταν έτοιμος, και γύρισε στη Μόσχα. Αλλά δεν κατάφερε να ζήσει στη Μόσχα. Ήθελε να φύγει από 'κει τρέχοντας. “Δεν άντεχα την φασαρία της πρωτεύουσας, και τον ανταγωνισμό. Κάλυπταν τα πάντα».
Ξενώνας “Φιλοξενία” 
Η Νάστια, η γυναίκα του Σεργκέι, μιλούσε με έναν Ολλανδό τουρίστα κοντά στην πύλη της εκκλησίας. “Δεν πιστεύω να είσαι ευτυχισμένη εδώ. Μπορείς να ζήσεις, ας πούμε ένα εξάμηνο, έναν χρόνο το πολύ, αλλά να μείνεις για πάντα...!” συλλογιζόταν εκείνος φωναχτά.
Η Νάστια χαμογελά. Ούτε οι γονείς της, ούτε οι φίλοι δεν καταλαβαίνουν την επιλογή της. Τι να πει ένας τυχαίος τουρίστας. Και εκείνη σπούδασε στο Παρίσι και πάντα ονειρευόταν μια καριέρα στη Δύση. Όταν ο Σεργκέι της πρότεινε να αφήσουν τη Μόσχα και να πάνε στο Ολχόν, της πήρε αρκετή ώρα να το βρει στον χάρτη. Τελικά, μόλις το βρήκε, αρνήθηκε κατηγορηματικά. Αφού στο μοναδικό κατοικημένο νησί της Βαϊκάλης δεν είχε καν ηλεκτρικό ρεύμα. Ο Σεργκέι όμως επέμεινε. Ήθελε να φύγει από τη Μόσχα, και δεν είχε πολλή σημασία για πού. Είχε ξαναπάει στο Ολχόν, και το νησί του άρεσε. “Μοιάζει κάπως με το Άγιο Όρος”, έλεγε συχνά.
“Ποιος φεύγει από μόνος του για να ζήσει στη Σιβηρία;” χαριτολογεί τώρα η Νάστια όταν ανακαλεί την πρώτη της αντίδραση για την προοπτική της μετακόμισης στη Βαϊκάλη. “Είχα πάντα την ιδέα ότι από 'δω φεύγουν τρέχοντας”. Ωστόσο, μάζεψε τη βαλίτσα και ακολούθησε τον άντρα της στο χωριό Χουζίρ. Έτσι, οι γονείς της της έβγαλαν το παρατσούκλι “γυναίκα του επαναστάτη που καταδικάστηκε”. Συνήθισε γρήγορα στην καινούργια ζωή. Εμαθε να αρμέγει κατσίκες, να καλλιεργεί αγγούρια και ντομάτες, γέννησε δύο παιδιά και άρχισε να τραγουδά στην χορωδία της εκκλησίας. “Τι έμαθα να απολαμβάνω;” επαναλαμβάνει η Νάστια την ερώτηση. “Το περπάτημα χωρίς παπούτσια στο γρασίδι, το ότι μπορείς να πας παντού με τα πόδια και κάθε μέρα να αναπνέεις τον θαλασσινό αέρα. Επίσης, ότι δεν χρειάζεται να εξοικονομώ χρήματα για να αγοράσω ένα διαμέρισμα στη Μόσχα”.

Η Βαϊκάλη είναι μαργαριτάρι της Σιβηρίας. Πηγή: Cornelius Langenbruch
Για να είναι η ζωή πιο χαρούμενη, αλλά και για να βοηθά τους ταξιδιώτες, η Νάστια και ο Σεργκέι άνοιξαν έναν ξενώνα με το ελληνικό όνομα “Φιλοξενία”. Βρίσκεται απέναντι από το δικό τους σπίτι, και πέντε βήματα μακριά από την εκκλησία. Άνθρωποι απ' όλον τον κόσμο φιλοξενούνται εκεί όλον τον χρόνο και απολύτως δωρεάν. Κάποιοι τουρίστες έρχονται ειδικά για να γνωρίσουν του περίεργους Ρώσους. Στον πρώτο όροφο του ξενώνα μένουν δύο Γάλλοι, που έφτασαν από το Παρίσι στη Μόσχα με ποδήλατα. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την φιλοξενία, βάφουν τον φράχτη της εκκλησίας. Ένας Ισραηλινός φτιάχνει κάτι στο σπίτι του Σεργκέι, μια κοπέλα από την Αγία Πετρούπολη ανέβηκε πάνω στη σκάλα και καθαρίζει τις καμπάνες…
Ο Σεργκέι μεταφέρει νερό σε κουβάδες από στάμνες στο θερμοκήπιο και προσπαθεί, στον δρόμο, να απαντήσει στην ερώτηση σχετικά με τα εισοδήματά του. “Ως οικονόμος μπορώ να κρατάω για τον εαυτό μου ένα μέρος από τις δωρεές για τον ναό. Αυτή είναι η αμοιβή για την καθημερινή μου εργασία. Καμιά φορά δουλεύω ως ξεναγός. Επίσης υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι που βοηθάνε. Πρόσφατα, ήρθαν εδώ Γερμανοί. Τους είπα τα πάντα για τον ναό, και τους ξενάγησα. Και εκείνοι μάζεψαν στη Γερμανία οχτακόσια ευρώ, και μου τα έστειλαν. Ξέρεις πόσον καιρό μπορείς να ζήσεις στο Χουζίρ μ' αυτά τα λεφτά; Πάρα πολύ!”
Ο ήχος από τις καμπάνες απλώνεται πάνω από το χωριό. Ο Σεργκέι αφήνει τους κουβάδες και βιάζεται να πάει προς το καμπαναριό. Ο γιος του και η κόρη παίζουν εκεί το αγαπημένο τους παιχνίδι: Ποιος θα χτυπήσει την καμπάνα πιο δυνατά. Αν και δεν είναι πολύ ευχάριστος, ο ήχος αυτός, δεν ενοχλεί κανέναν. Στο Ολχόν, γενικά, όλοι βλέπουν τα πάντα πολύ ήρεμα.
Ξενώνας «Φιλοξενία»
Russia, 666137, Irkutskaya obl, Olhonskii r-n, p. Huzhir, pereulok Gornii-1А, prihod hrama   "DERZHAVNII"